Χαιρετισμός της ομάδας ενάντια στην πατριαρχία της ΑΠΟ |ΟΣ στην δεύτερη διεθνή συνάντηση αγωνιζόμενων γυναικών
Στην πρώτη διεθνή συνάντηση γυναικών, στα εξεγερμένα ζαπατιστικά εδάφη τον Μάρτη του 2018, δώσαμε κάποιες υποσχέσεις. Αρχικά, να μείνουμε ζωντανές, πράγμα που σήμαινε να συνεχίσουμε να παλεύουμε, να μην κλείνουμε τα μάτια, να μη σιωπούμε. Αυτό το καταφέραμε. Δώσαμε και μια άλλη υπόσχεση: όσα ακούσαμε και μάθαμε σε εκείνη τη συνάντηση να τα μεταφέρουμε όσο πιο μακριά γίνεται, να μην τα κρατήσουμε μόνο για μας, να τα μοιραστούμε με τις συντρόφισσες και τους συντρόφους, να πούμε με πόσους πολλούς τρόπους ο κόσμος είναι μεγαλύτερος από ό,τι πιστεύουμε καμιά φορά, αλλά είναι και κοινός, συλλογικός, και πως σε όσα σκεφτόμαστε, όσα ονειρευόμαστε, για όσα αγωνιούμε δεν είμαστε μόνες. Και αυτό το κάναμε όσο μπορούσαμε, με εκδηλώσεις σε πολλές πόλεις εδώ, στην Ελλάδα, με μεταφράσεις, κείμενα, ομιλίες, εκδηλώσεις, συζητήσεις. Και ένα χρόνο μετά, στις διαδηλώσεις για τις 8 Μάρτη του 2019, βρεθήκαμε έξω από την πρεσβεία του Μεξικού και έξω από τη Βουλή στην Αθήνα, στους δρόμους της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, ανάψαμε καπνογόνα που συμβολίζουν τη σπίθα που υποσχεθήκαμε να μεταφέρουμε και φωνάξαμε «Σ’ Ελλάδα, Μεξικό, Ροτζάβα και Τουρκία, αγώνες γυναικών για την ελευθερία».
Όμως υποσχεθήκαμε και κάτι ακόμα. Και αυτό δεν μπορούμε να το τηρήσουμε και θέλουμε να πούμε γιατί: Υποσχεθήκαμε ότι θα ξανάρθουμε και θα είμαστε περισσότερες, όσο μακριά κι αν είναι, κι ας απελάσανε δύο από εμάς την προηγούμενη φορά, εμείς θα ξανάρθουμε. Αλλά όσα συμβαίνουν τώρα εδώ, σε αυτή τη γωνιά του κόσμου που ζούμε, δεν μας το επιτρέπουν.
Από το καλοκαίρι βρίσκεται σε εξέλιξη μια ευρεία κατασταλτική εκστρατεία ενάντια στο αναρχικό κίνημα, στους κατειλημμένους χώρους αγώνα, στις αυτοοργανωμένες δομές στέγασης προσφύγων και μεταναστών, στον κόσμο της αλληλεγγύης, στις κοινωνικές και ταξικές αντιστάσεις. Μια εκστρατεία που συνιστά την αιχμή του δόρατος της επίθεσης κράτους και αφεντικών στα πληβειακά στρώματα της κοινωνίας, αποσκοπώντας στην τρομοκράτηση και την πειθάρχησή τους, για την απρόσκοπτη επέλαση της κρατικής και καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Σκοπός της αποθρασυμμένης κρατικής βίας και της ιδεολογικής μιντιακής προπαγάνδας που τη συνοδεύει είναι αφενός να πάρει τη ρεβάνς για τις κοινωνικές εξεγέρσεις που προηγήθηκαν, όπως τον Δεκέμβρη του 2008 μετά την δολοφονία του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου από την αστυνομία. Να χτυπήσει τη γειτονιά των Εξαρχείων που αποτελεί ένα διαρκές οδόφραγμα απέναντι στους σχεδιασμούς εξουσίας, να καταργήσει το πανεπιστημιακό άσυλο που λειτουργεί διαχρονικά ως σημείο συνάντησης των αγωνιζόμενων και να εκκενώσει τις καταλήψεις που αντιπροσωπεύουν εστίες εξάπλωσης της κοινωνικής-ταξικής αυτοοργάνωσης, αντίστασης και αλληλεγγύης. Μέσα από αυτά τα χτυπήματα όμως, το κράτος θέλει κυρίως να ξεριζώσει τα σημεία αναφοράς και τη σημερινή επικαιρότητα των προταγμάτων της εξέγερσης, για να ανακόψει τους αυριανούς ξεσηκωμούς· τους ξεσηκωμούς που κυοφορούνται μέσα σε μια πραγματικότητα όπου το χρεοκοπημένο σύστημα δεν έχει να υποσχεθεί τίποτα άλλο παρά την εξαθλίωση και τον φόβο, την άγρια λεηλασία των κοινωνιών και της φύσης.
Από το καλοκαίρι, το κράτος χτυπά τις καταλήψεις έχοντας εκκενώσει δεκάδες χώρους. Κάποιες από αυτές είναι καταλήψεις που ζουν πρόσφυγες και μετανάστριες, γυναίκες, παιδιά και άντρες, προερχόμενοι από εμπόλεμες περιοχές, από τη Συρία, από το Αφγανιστάν, από το Ιράκ, από χώρες της Αφρικής, που έχουν καταφέρει να διασχίσουν τα αιματοβαμμένα σύνορα της Ευρώπης Φρούριο. Τα ξημερώματα πάνοπλοι αστυνομικοί εισβάλλουν στα κτήρια αυτά που η αλληλεγγύη μετέτρεψε σε χώρους αυτοοργανωμένης ζωής, και συλλαμβάνει τους ανθρώπους, τους στοιβάζει σε κλούβες και τους μεταφέρει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου προορίζονται να μείνουν έγκλειστοι, πίσω από συρματοπλέγματα, σε άθλιες συνθήκες και όπου συχνά παραμονεύει ο θάνατος. Πρόσφατα η Ταριγέ Φαρίκ από το Αφγανιστάν έχασε τη ζωή της στο στρατόπεδο της Μόριας, κυκλωμένη από τις φλόγες και ένα μωρό που κοιμόταν σε χαρτόκουτο σκοτώθηκε κάτω από τις ρόδες ενός φορτηγού. Τα προσφυγόπουλα που ζούσαν στις καταλήψεις απομακρύνονται βίαια από τα σχολεία όπου φοιτούσαν, τα παιχνίδια τους πετιούνται στα σκουπίδια από την αστυνομία και τους υπαλλήλους του Δήμου, οι γυναίκες και οι άντρες που ζούσαν εκεί ξεριζώνονται για μια ακόμα φορά, για να γίνουν αόρατοι.
Στο στόχαστρο του κράτους βρίσκονται οι αναρχικές πολιτικές και στεγαστικές καταλήψεις, όπου ζουν και μεγαλώνουν άνθρωποι συλλογικά, κόντρα στη νόρμα της ιδιοκτησίας και τον εξοντωτικό για τους φτωχούς εκβιασμό των ενοικίων. Χώροι που φιλοξενούν συλλογικότητες και συνελεύσεις και λειτουργούν ανταγωνιστικά απέναντι στον κόσμο της κυριαρχίας, χώροι απ’ όπου γεννιούνται εγχειρήματα αλληλεγγύης και κοινωνικής παρέμβασης, ενάντια στη διαμεσολάβηση και την παραίτηση. Γι’ αυτό το λόγο έχουν δεχτεί αλλεπάλληλες εμπρηστικές και δολοφονικές επιθέσεις από φασιστικές παρακρατικές συμμορίες με την κάλυψη της αστυνομίας και γι’ αυτό το λόγο το κράτος θέλει να τις εξαλείψει.
Αυτή τη στιγμή το υπουργείο δημόσιας τάξης έχει εκδώσει τελεσίγραφο να εγκαταλείψουμε τους χώρους μας, με την απειλή ότι θα εισβάλει η αστυνομία, θα συλληφθούμε και θα δικαστούμε. Αλλά εμείς δεν φεύγουμε. Δηλώσαμε ότι μπροστά στην κρατική καταστολή δεν θα υπάρξει καμιά παράδοση και καμιά ανακωχή.
Για έναν τέτοιο χώρο, μία από τις καταλήψεις μας στην Αθήνα, θέλουμε να σας πούμε μια ιστορία: Μια φορά φιλοξενήσαμε μια ιθαγενή συντρόφισσα από την Τσιάπας που ήρθε στην πόλη μας για να μας μιλήσει για τους αγώνες των γυναικών. Και την κοιτούσαμε με μεγάλο σεβασμό αναγνωρίζοντας μέσα σε πόσο σε σκληρές συνθήκες αγωνίζεστε, ενώ εδώ ίσως είναι πιο «εύκολα». Εκείνη όμως, κάποια στιγμή που τρώγαμε μαζί στην κατάληψη, έδειξε να συγκινείται πολύ, και ίσως να στεναχωριέται λίγο για μας. Μας είπε λοιπόν ότι βλέπει πόσο δύσκολο είναι να ζει κανείς σ’ αυτήν την πόλη, αφού εμείς δεν έχουμε γη, δεν έχουμε τίποτα, οι φτωχοί δεν έχουν τίποτα και για να βρούμε το φαγητό που μοιραζόμαστε πρέπει να πάμε να δουλέψουμε για τα αφεντικά. Και δεν υπάρχουν τα αυτόνομα σχολεία, τα εργαστήρια, οι κοινότητες. Και κοίταζε με εκτίμηση το κτήριο αυτό που έχουμε καταλάβει, τις αφίσες στους τοίχους και τους χώρους που έχουμε φτιάξει μαζί και είπε ότι βλέπει πως αυτή είναι η δική μας αυτονομία μέσα σε «τόσο δύσκολες συνθήκες».
Αυτούς τους χώρους δεν τους παραχωρούμε, γιατί εδώ είναι τα δικά μας ορμητήρια, οι δικές μας κοινότητες. Τις υπερασπιζόμαστε, παλεύοντας όχι μόνο τους συγκεκριμένους χώρους αλλά για αυτό που αντιπροσωπεύουν: τη δυνατότητα των ανθρώπων να ζουν χωρίς εξουσία και εκμετάλλευση, τη δυνατότητα μιας κοινωνίας χωρίς πολιτικά και οικονομικά αφεντικά, χωρίς φυλακές, στρατόπεδα και σύνορα. Για το κάνουμε αυτό μένουμε ξάγρυπνες τα βράδια και προετοιμαζόμαστε, ξέροντας ότι την ώρα που χαράζει, κάθε μέρα, μπορεί να έρθουν τα ελικόπτερα και ο αστυνομικός στρατός. Για αυτό το λόγο κάνουμε συνελεύσεις και διαδηλώσεις. Και οργανώνουμε εκδηλώσεις που μιλάμε και συναντιόμαστε με άλλες και άλλους, κάνουμε προτάσεις, γράφουμε και σχεδιάζουμε. Και εμπνεόμαστε από τις ιθαγενείς γυναίκες της Τσιάπας που ορμούν με τα γυμνά τους χέρια στον μεξικανικό στρατό που εισέβαλε στις κοινότητές τους. Από τις γυναίκες της Οαχάκα, από τις μικρές Παλαιστίνιες, από τις γυναίκες Μαπούτσε, από τις γυναίκες στη Ροτζάβα, από όλες τις γυναίκες που γνωρίσαμε στην προηγούμενη συνάντηση, από τις γυναίκες στη Χιλή που αψηφούν τις αστυνομική τρομοκρατία, στη Βραζιλία, στο Εκουαδόρ.
Πρέπει να σας πούμε επίσης ότι στο πλαίσιο αυτής της κατασταλτικής εκστρατείας, ολόκληρες περιοχές βρίσκονται υπό διαρκή αστυνομική κατοχή. Στη γειτονιά των Εξαρχείων, στην Αθήνα, έχουν εγκατασταθεί σε μόνιμη βάση διμοιρίες ΜΑΤ, που τρομοκρατούν τους κατοίκους και επιδίδονται σε σεξιστικές απειλές και επιθέσεις σε κορίτσια και γυναίκες που ζουν και κυκλοφορούν στην περιοχή. Διμοιρίες παρελαύνουν σαν εισβολείς και κατακτητές στους δρόμους, έξω από σπίτια, καφενεία και χώρους αγώνα, μολύνουν τις μέρες και τις νύχτες μας με τον ήχο από τις μπότες και τους ασυρμάτους τους, επιβάλλοντας τη στρατιωτικοποίηση της καθημερινής ζωής. Οι σεξιστικές παρενοχλήσεις είναι μεθοδική πρακτική και εργαλείο εμπέδωσης αυτής της συνθήκης. Στο δρόμο για το σπίτι, τη δουλειά ή το σχολείο, πηγαίνοντας στις συνελεύσεις ή απλά μια βόλτα, επιχειρείται να επιβληθεί μια συνθήκη όπου είμαστε υποχρεωμένες να περνάμε μπροστά από τους ένστολους τραμπούκους να εποπτεύουν τις κινήσεις μας, να σχολιάζουν την εμφάνισή μας, να βρίζουν σεξιστικά, να κινούνται προς το μέρος μας, να παρακολουθούν τις διαδρομές μας, να εκφοβίζουν.
Ταυτόχρονα, επιτίθεται σε όσες και όσους αντιστέκονται στην κρατική καταστολή, χρησιμοποιώντας μεθοδικά τη σεξιστική βία ως μέσο ταπείνωσης και πειθάρχησης. Μια βία που επιδιώκει να τιμωρήσει και να συμμορφώσει γυναίκες που και ως τέτοιες επέλεξαν να εξεγερθούν. Οι σεξιστικές και ομοφοβικές επιθέσεις τους σε βάρος γυναικών και αντρών, συμπεριλαμβάνοντας την πρακτική να γδύνουν συλληφθέντες και να τους ξυλοκοπούν γυμνούς ακόμα και σε δημόσιους χώρους, να προχωρούν σε εικονικούς βιασμούς σε βάρος διαδηλωτών, να επιχειρούν με κάθε τρόπο την προσβολή της αξιοπρέπειας και της σωματικής ακεραιότητας των αγωνιζόμενων είναι εργαλεία στην απόπειρα κυριαρχίας της κρατικής, παρακρατικής, καπιταλιστικής και πατριαρχικής βαρβαρότητας.
Αυτό που ξέρουμε τόσο καιρό, το βλέπουν περισσότεροι: Η πατριαρχική σεξιστική βία δεν είναι ένα φαινόμενο που πηγάζει αυθόρμητα, αλλά προωθείται, ασκείται και νομιμοποιείται θεσμικά. Οι βιασμοί, οι δολοφονίες, η κακοποίηση γυναικών, το trafficking, η δικαίωσή τους από τη δικαστική εξουσία και η ενοχοποίηση των «θυμάτων» είναι κομμάτι του κοινωνικού κανιβαλισμού, κομμάτι της κυριαρχίας και της διαίρεσης του κοινωνικού σώματος. Είναι θεσμική βία πάνω στο κοινωνικό σώμα. Και η θεσμική βία δεν είναι παρεκτροπή της κακής διαχείρισης της εξουσίας. Είναι συστημικό εργαλείο, για την τρομοκράτηση του πληθυσμού, για να μην τολμά κανείς να αντισταθεί. Και βλέπουμε ακόμα και επίσημοι φορείς που θέλουν να μιλάνε για την «έμφυλη βία» σιωπούν για τη βία της αστυνομίας στις αγωνιζόμενες γυναίκες, σιωπούν για τις σεξιστικές πρακτικές πειθάρχησης των γυναικών, σιωπούν για τις σεξιστικές επιθέσεις σε άντρες και γυναίκες διαδηλωτές, που σκοπό έχει να τους εξευτελίσει.
Γι’ αυτό είμαστε εδώ και στεκόμαστε απέναντί τους και σαν γυναίκες που είμαστε, όπως όταν φτιάξαμε δικό μας μπλοκ και παραταχθήκαμε μπροστά τους, με σημαίες στα χέρια και μαντήλια στο πρόσωπο. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να καταγγέλλονται και να μην αποκρύβονται αυτές οι πρακτικές της εξουσίας. Και ξέρουμε ότι αυτό δεν φτάνει, η καταγγελία, ότι δεν παλεύουμε για να εξωραϊσουμε και να «εξανθρωπίσουμε» τη βαρβαρότητα, αλλά να την ανατρέψουμε. Όπως γράφετε: Για να είμαστε ελεύθερες και ελεύθεροι αυτό το σύστημα, του οποίου η πατριαρχική έμφυλη βία είναι μέσο αναπαραγωγής , πρέπει να το καταστρέψουμε.
Γι’ αυτό είμαστε εδώ και στεκόμαστε απέναντί τους και σαν γυναίκες που είμαστε, όπως όταν φτιάξαμε δικό μας μπλοκ και παραταχθήκαμε μπροστά τους, με σημαίες στα χέρια και μαντήλια στο πρόσωπο. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να καταγγέλλονται και να μην αποκρύβονται αυτές οι πρακτικές της εξουσίας. Και ξέρουμε ότι αυτό δεν φτάνει, η καταγγελία, ότι δεν παλεύουμε για να εξωραϊσουμε και να «εξανθρωπίσουμε» τη βαρβαρότητα, αλλά να την ανατρέψουμε. Όπως γράφετε: Για να είμαστε ελεύθερες και ελεύθεροι αυτό το σύστημα, του οποίου η πατριαρχική έμφυλη βία είναι μέσο αναπαραγωγής , πρέπει να το καταστρέψουμε.
Αλλά για αυτό το λόγο πρέπει να είμαστε τώρα εδώ. Γιατί όλα αυτά που συμβαίνουν έχουν πολλές απαιτήσεις και πολλή δουλειά, και δεν γίνεται να αφήσουμε τους άντρες να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Γιατί κι άλλες φορές όταν μας έχουν κλείσει σε κελιά, εμείς είμαστε που ξεκινάμε το τραγούδι και καμιά φορά συνεννοούμαστε πιο εύκολα για να γράψουμε μια ανακοίνωση. Γιατί όταν διαδηλώνουν τα παιδιά από τις προσφυγικές καταλήψεις και περνούν δίπλα από τις διμοιρίες θέλουμε να τους κρατάμε το χέρι. Και στις πορείες κάποιες από εμάς έχουνε πάρα πολύ δυνατές και όμορφες φωνές και εκείνες ξεκινούν τα συνθήματα, και χωρίς αυτές δεν ξέρουμε πώς θα αντηχούσαν οι δρόμοι. Και γιατί η αστυνομία, που θέλει να φοβόμαστε σαν γυναίκες, να μην είμαστε στις καταλήψεις, τις συνελεύσεις και τις πορείες, δεν θέλουμε να πάρει θάρρος βλέποντας ότι λείπουμε.
Βέβαια, όλα αυτά είναι μια υπερβολή γιατί δεν θα ερχόμασταν όλες, παρά μόνο λίγες. Αλλά είναι κι αυτό, καμιά μας δεν θέλει να αφήσει την άλλη αυτή τη στιγμή.
Γι’ αυτό θέλουμε να ξέρετε ότι φαινομενικά δεν τηρήσαμε μια υπόσχεση και αυτή τη φορά δεν καταφέραμε να έρθουμε εκεί. Αλλά τηρήσαμε τη μεγάλη υπόσχεση που δώσαμε, να παλεύουμε μαζί, να συναντιούνται οι αγώνες μας, ακόμα και όταν δεν βλέπουμε και δεν αγγίζουμε η μία την άλλη. Στέλνουμε τον πιο θερμό μας χαιρετισμό στις γυναίκες ζαπατίστας, σε όλες τις ζαπατιστικές κοινότητες που την Πρωτοχρονιά θα γιορτάσουν 26 χρόνια εξέγερσης και σε όλες τις γυναίκες που αγωνίζονται ενάντια στην κρατική, καπιταλιστική και πατριαρχική βία.
Ομάδα ενάντια στην πατριαρχία – Αναρχική Πολιτική Οργάνωση
28 Δεκέμβρη 2019, Ελλάδα
28 Δεκέμβρη 2019, Ελλάδα
*Το κάλεσμα στη δεύτερη συνάντηση γυναικών που αγωνίζονται εδώ