ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΚΔΙΚΕΙΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ «ΣΩΦΡΟΝΙΣΜΟΥ»
Έχουν περάσει περίπου δύο μήνες από τον «μυστηριώδη» θάνατο της φυλακισμένης Κατερίνας Γκουλιώνη και πάει ήδη να ξεχαστεί.
Η μνήμη, όμως, είναι το κεφάλαιο εμπειριών και συναισθημάτων που μας είναι απαραίτητα για το ζύγισμα νέων εμπειριών και των προοπτικών τους, της βαρύτητάς τους. Η επανάληψη ιστοριών με τα ίδια σχήματα, η επανεμφάνιση των ίδιων στην ουσία προβλημάτων, δηλώνουν ότι μέσα από μια ανομολόγητη συμφωνία και συνεργασία πραγματοποιούμε με παράδοξη συνέπεια ένα ατέλειωτο κρυφτό με τη μνήμη μας που καταλήγει να είναι τελικά μια άσκηση αναλγησίας και αναισθησίας.
Από τη μια πλευρά, οι «εξουσίες-αντιπρόσωποι», εκτονώνουν τα οξύτατα προβλήματα που ανακύπτουν με τη μέθοδο των καλοπροαίρετων και, συνήθως, ανεκπλήρωτων δεσμεύσεων για λύσεις. Και από την άλλη, η πλειονότητα των αντιπροσωπευόμενων-εξουσιαζόμενων, επιδιώκουμε την αυτοπροστασία και πρόοδο μας μέσα από τον εγκλωβισμό στην εμπειρία τη δική μας και των κοντινών μας, ξεχνώντας ότι αποτελούμε ούτως ή άλλως μέρος ενός ευρύτερου πλέγματος λειτουργιών (ή δυσλειτουργιών) και αδιαφορώντας απέναντι στους δείκτες προβληματικότητάς του.
Ένας τέτοιος δείκτης προβληματικότητας είναι και ο θάνατος της, γνωστής πλέον, Κατερίνας Γκουλιώνη που κρατούνταν στις φυλακές Ελαιώνα Θηβών για χρήση και κατοχή ναρκωτικών. Η κρατούμενη βρέθηκε νεκρή τον περασμένο Μάρτιο κατά την πειθαρχική μεταγωγή της στην Κρήτη. Εκτός από τον άδικο χαμό μιας γυναίκας, ο θάνατος της Γκουλιώνη σημαίνει πολύ περισσότερα. Οι συνθήκες θανάτου της σε συνδυασμό με το ιστορικό του αγώνα της ενάντια στην ασυδοσία του σωφρονιστικού προσωπικού, καθώς και οι μαρτυρίες συγκρατουμένων της, όχι μόνο αφήνουν αναπάντητα πολλά ερωτηματικά αλλά δημιουργούν και βάσιμες υποψίες για εμπλοκή των σωφρονιστικών υπαλλήλων. Όμως, ακόμη και αν η ιατροδικαστική έκθεση και τα παραδόξως «αδιάσειστα» στοιχεία (δόσεις ναρκωτικών ουσιών που γλύτωσαν τους εξονυχιστικούς ελέγχους και βρέθηκαν στις τσέπες (!) του παντελονιού της) αποδίδουν τον θάνατο της σε υπερβολική δόση ή ακόμη και αν οι μαρτυρίες ότι κατά τη μεταγωγή ήταν απομονωμένη και με αίματα στο πρόσωπο οδηγήσουν στην ενοχοποίηση δεσμοφυλάκων, η ουσία δεν αλλάζει. Ο θάνατος της αφορά σε κάθε περίπτωση περισσότερους ενόχους .
Τους ιθύνοντες που κλείνουν σε φυλακές τοξικομανείς, μετατρέποντάς τους σε θύματα της ακόμη στυγνότερης κερδοσκοπίας της διακίνησης που διενεργείται υπό την αιγίδα του σωφρονιστικού προσωπικού. Τους καθοδηγητές της σκέψης των κατοίκων αυτού του τόπου (ΜΜΕ και χρηματοδότες τους) που κατευθύνουν τα φώτα της δημοσιότητας με βάση σκοπιμότητες και αφήνουν έξω από την αντίληψή μας τις κινητοποιήσεις και τις φωνές των φυλακισμένων για όσα συμβαίνουν πίσω από τα τείχη των φυλακών, καθώς και τον προβληματισμό για οριακά γεγονότα, όπως ο θάνατος της Γκουλιώνη, σε εκπομπές τηλεοπτικών σταθμών χαμηλής θεαματικότητας.
Εμάς, που ακόμη και όταν φτάνουν στα αυτιά μας συγκλονιστικά γεγονότα με ισχυρά στοιχεία εναντίον σωφρονιστικών υπαλλήλων, όπως ο θάνατος των τεσσάρων φυλακισμένων που κάηκαν ζωντανοί στο κελί τους στον Κορυδαλλό (Μάρτιος 2006), και οι επανειλημμένες καταγγελίες κρατουμένων, όπως η Γκουλιώνη και ο Β. Πάλλης, δεν σοκαριζόμαστε από την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων που πραγματοποιείται τόσο ακραία, γενικευμένα και συγκεκαλυμμένα στην κοινωνία μας.
Η Κ. Γκουλιώνη ήταν μια από τις φωνές των γυναικών κρατουμένων που διεκδικούσε τα αυτονόητα και αγωνίστηκε απτόητα ενάντια στις σαδιστικές πρακτικές που ακολουθούνται εντός των φυλακών υπό την εύσχημη πρόφαση του σωφρονισμού. Μια τέτοια πρακτική είναι οι κολπικοί και πρωκτικοί έλεγχοι που πραγματοποιούνται στους εγκλείστους (ανεξαιρέτως φύλου) ύστερα από κάθε έξοδό τους για την αποτροπή εισαγωγής ναρκωτικών στις φυλακές. Το υπερηχογράφημα ήταν η απλούστατη λύση που διεκδικούσε εδώ και χρόνια η Γκουλιώνη. Οι πολυετείς αγώνες της όμως έμειναν αδικαίωτοι και της απέφεραν, αντιθέτως, πειθαρχικά αντίποινα και δυσμενείς μεταγωγές (πριν από τον Ελαιώνα βρισκόταν στις φυλακές των Διαβατών Θεσσαλονίκης). Το γεγονός αυτό αποτελεί ένα από τα πολλά στοιχεία που αποκαλύπτουν την αποπροσανατολισμένη και διεστραμμένη λειτουργία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης και των σωφρονιστικών καταστημάτων. Γιατί πώς αλλιώς εξηγείται το ότι ο έλεγχος αυτός, αν και ήδη σαδιστικός και επώδυνος, επιβαρυνόταν ανεμπόδιστα με τη νοσηρή φαντασία και συμπεριφορά των σωφρονιστικών υπαλλήλων; Το ότι υπό «άλλες συνθήκες» ο υπερβάλλων ζήλος τους υποχωρεί και οι θάνατοι από υπερβολική χρήση είναι μια πραγματικότητα ρουτίνας των φυλακών; Όταν περάσει το σοκ που προκαλούν οι σχετικές μαρτυρίες της Γκουλιώνη, γίνεται καταφανές ότι οι μέθοδοι αυτές εξυπηρετούν κάτι πέρα από την καταπολέμηση της διακίνησης στις φυλακές: τον ανταποδοτικό-εκδικητικό χαρακτήρα της απονομής δικαιοσύνης που απροκάλυπτα (με κυβερνητικά διατάγματα) δημιουργεί πίσω από τα αδιαπέραστα τείχη των φυλακών «παράλληλες» κοινωνίες που περιφρονούν ο, τι διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα ζώα.
Αυτή η δικαιοσύνη βλέπει το έγκλημα ως προϊόν ελεύθερης απόφασης του εγκληματία και όχι ως αποτέλεσμα κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων που οφείλονται κυρίως στην ιδιοτελή πολιτική των εκάστοτε εξουσιών που σκέφτονται μόνο το πορτοφόλι τους. Οι εξουσίες αυτές χρησιμοποιούν ως αποδιοπομπαίους τράγους τα ίδια τα θύματα της ασυνειδησίας και δρουν ανενόχλητες, αφήνοντάς μας να νομίζουμε ότι μας εξασφαλίζουν, τιμωρώντας με τη μέγιστη σκληρότητα όσους προσέβαλαν το κοινό καλό. Είναι τόσο πειστικές, ώστε οι περισσότεροι νιώθουμε το ίδιο εκδικητικά, και δεν αντιδρούμε στο ότι στα σωφρονιστικά καταστήματα του 21ου αι., οι κρατούμενοι δε στερούνται μόνο την ελευθερία τους «κατά τόπο και χρόνο», όπως ορίζει ο σωφρονιστικός κώδικας, αλλά και στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα (όπως π.χ. η ιατρική περίθαλψη). Ένας τέτοιος σωφρονισμός που ποδοπατεί και ξαναρίχνει καταρρακωμένους ή εξαγριωμένους ανθρώπους στην υπερ-ανταγωνιστική κοινωνία μας μάλλον παράγει και αυτός εγκληματικότητα, μέσα και έξω από τις φυλακές, στην οποία είμαστε εκτεθειμένοι όλοι.
Στα πλαίσια της εκδικητικότητάς του το κράτος τιμωρεί και προφυλακιζει τον Νίκο Κουνταρδά που αποτελεί πλέον συνήθη στόχο των κατασταλτικών μηχανισμών. Ο Κουνταρδάς έχει μπει στα κατάστιχα των εξουσιαστών μετά την επίθεση που σημειώθηκε σε ένα από τα γρανάζια του κράτους (ξυλοδαρμός του προέδρου της Γ.Σ.Ε.Ε Χρήστου Πολυζογόπουλου). Οι αρχές δημιουργούν αφορμές και σενάρια και τον προφυλακίζουν κατ’ επανάληψη και παράνομα. Ενώ ο Νίκος Κουνταρδάς παρουσιάστηκε κανονικά για να δώσει το προκαθορισμένο παρόν, οι αστυνομικοί επικαλέστηκαν την απουσία των δικαιολογητικών που έπρεπε να υπογραφούν και του αντέτειναν ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας και να ξαναπαρουσιαστεί την επόμενη προκαθορισμένη ημερομηνία. Την επόμενη φορά όμως τον προφυλάκισαν με αφορμή την προηγούμενη απουσία του και κρατείται μέχρι και σήμερα. Από τις 16/05 ο Νίκος Κουνταρδάς διαμαρτύρεται πραγματοποιώντας απεργία πείνας για τις συνθήκες προφυλάκισής του.
Σε εμάς τους υπόλοιπους, που δε συμμετέχουμε σε κάποιο πολιτικό και οικονομικό παιχνίδι πια ανάγκη επιβάλλει να περιορίζουμε το βλέμμα μας, να ναρκώνουμε τη μνήμη και τη συνείδησή μας και να δίνουμε το περιθώριο να συνεχίζονται νομότυπα τα εγκλήματα που μπορεί κάποτε να «σωφρονίσουν» και «δικούς» μας ανθρώπους ή εμάς τους ίδιους; Οι ανθρωπιστικές προφάσεις περί σωφρονισμού και εξυγίανσης της κοινωνίας είναι ένα καλό πρόσχημα για όλους μας ώστε να αρνούμαστε να κοιτάξουμε λίγο πιο βαθιά για την αλήθεια και να παραμένουμε έτσι στην ευφορία και τη «γαλήνη» μας. Ίσως, όμως, είναι προτιμότερο να αφήσουμε πίσω το παιχνίδι του στρουθοκάμηλου και να συνεργαστούμε όλοι σε κάτι πιο ουσιώδες. Καταρχάς ας μην τους κάνουμε την ευκολία να ξεχνούμε.
Έχουν περάσει περίπου δύο μήνες από τον «μυστηριώδη» θάνατο της φυλακισμένης Κατερίνας Γκουλιώνη και πάει ήδη να ξεχαστεί.
Η μνήμη, όμως, είναι το κεφάλαιο εμπειριών και συναισθημάτων που μας είναι απαραίτητα για το ζύγισμα νέων εμπειριών και των προοπτικών τους, της βαρύτητάς τους. Η επανάληψη ιστοριών με τα ίδια σχήματα, η επανεμφάνιση των ίδιων στην ουσία προβλημάτων, δηλώνουν ότι μέσα από μια ανομολόγητη συμφωνία και συνεργασία πραγματοποιούμε με παράδοξη συνέπεια ένα ατέλειωτο κρυφτό με τη μνήμη μας που καταλήγει να είναι τελικά μια άσκηση αναλγησίας και αναισθησίας.
Από τη μια πλευρά, οι «εξουσίες-αντιπρόσωποι», εκτονώνουν τα οξύτατα προβλήματα που ανακύπτουν με τη μέθοδο των καλοπροαίρετων και, συνήθως, ανεκπλήρωτων δεσμεύσεων για λύσεις. Και από την άλλη, η πλειονότητα των αντιπροσωπευόμενων-εξουσιαζόμενων, επιδιώκουμε την αυτοπροστασία και πρόοδο μας μέσα από τον εγκλωβισμό στην εμπειρία τη δική μας και των κοντινών μας, ξεχνώντας ότι αποτελούμε ούτως ή άλλως μέρος ενός ευρύτερου πλέγματος λειτουργιών (ή δυσλειτουργιών) και αδιαφορώντας απέναντι στους δείκτες προβληματικότητάς του.
Ένας τέτοιος δείκτης προβληματικότητας είναι και ο θάνατος της, γνωστής πλέον, Κατερίνας Γκουλιώνη που κρατούνταν στις φυλακές Ελαιώνα Θηβών για χρήση και κατοχή ναρκωτικών. Η κρατούμενη βρέθηκε νεκρή τον περασμένο Μάρτιο κατά την πειθαρχική μεταγωγή της στην Κρήτη. Εκτός από τον άδικο χαμό μιας γυναίκας, ο θάνατος της Γκουλιώνη σημαίνει πολύ περισσότερα. Οι συνθήκες θανάτου της σε συνδυασμό με το ιστορικό του αγώνα της ενάντια στην ασυδοσία του σωφρονιστικού προσωπικού, καθώς και οι μαρτυρίες συγκρατουμένων της, όχι μόνο αφήνουν αναπάντητα πολλά ερωτηματικά αλλά δημιουργούν και βάσιμες υποψίες για εμπλοκή των σωφρονιστικών υπαλλήλων. Όμως, ακόμη και αν η ιατροδικαστική έκθεση και τα παραδόξως «αδιάσειστα» στοιχεία (δόσεις ναρκωτικών ουσιών που γλύτωσαν τους εξονυχιστικούς ελέγχους και βρέθηκαν στις τσέπες (!) του παντελονιού της) αποδίδουν τον θάνατο της σε υπερβολική δόση ή ακόμη και αν οι μαρτυρίες ότι κατά τη μεταγωγή ήταν απομονωμένη και με αίματα στο πρόσωπο οδηγήσουν στην ενοχοποίηση δεσμοφυλάκων, η ουσία δεν αλλάζει. Ο θάνατος της αφορά σε κάθε περίπτωση περισσότερους ενόχους .
Τους ιθύνοντες που κλείνουν σε φυλακές τοξικομανείς, μετατρέποντάς τους σε θύματα της ακόμη στυγνότερης κερδοσκοπίας της διακίνησης που διενεργείται υπό την αιγίδα του σωφρονιστικού προσωπικού. Τους καθοδηγητές της σκέψης των κατοίκων αυτού του τόπου (ΜΜΕ και χρηματοδότες τους) που κατευθύνουν τα φώτα της δημοσιότητας με βάση σκοπιμότητες και αφήνουν έξω από την αντίληψή μας τις κινητοποιήσεις και τις φωνές των φυλακισμένων για όσα συμβαίνουν πίσω από τα τείχη των φυλακών, καθώς και τον προβληματισμό για οριακά γεγονότα, όπως ο θάνατος της Γκουλιώνη, σε εκπομπές τηλεοπτικών σταθμών χαμηλής θεαματικότητας.
Εμάς, που ακόμη και όταν φτάνουν στα αυτιά μας συγκλονιστικά γεγονότα με ισχυρά στοιχεία εναντίον σωφρονιστικών υπαλλήλων, όπως ο θάνατος των τεσσάρων φυλακισμένων που κάηκαν ζωντανοί στο κελί τους στον Κορυδαλλό (Μάρτιος 2006), και οι επανειλημμένες καταγγελίες κρατουμένων, όπως η Γκουλιώνη και ο Β. Πάλλης, δεν σοκαριζόμαστε από την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων που πραγματοποιείται τόσο ακραία, γενικευμένα και συγκεκαλυμμένα στην κοινωνία μας.
Η Κ. Γκουλιώνη ήταν μια από τις φωνές των γυναικών κρατουμένων που διεκδικούσε τα αυτονόητα και αγωνίστηκε απτόητα ενάντια στις σαδιστικές πρακτικές που ακολουθούνται εντός των φυλακών υπό την εύσχημη πρόφαση του σωφρονισμού. Μια τέτοια πρακτική είναι οι κολπικοί και πρωκτικοί έλεγχοι που πραγματοποιούνται στους εγκλείστους (ανεξαιρέτως φύλου) ύστερα από κάθε έξοδό τους για την αποτροπή εισαγωγής ναρκωτικών στις φυλακές. Το υπερηχογράφημα ήταν η απλούστατη λύση που διεκδικούσε εδώ και χρόνια η Γκουλιώνη. Οι πολυετείς αγώνες της όμως έμειναν αδικαίωτοι και της απέφεραν, αντιθέτως, πειθαρχικά αντίποινα και δυσμενείς μεταγωγές (πριν από τον Ελαιώνα βρισκόταν στις φυλακές των Διαβατών Θεσσαλονίκης). Το γεγονός αυτό αποτελεί ένα από τα πολλά στοιχεία που αποκαλύπτουν την αποπροσανατολισμένη και διεστραμμένη λειτουργία του συστήματος απονομής δικαιοσύνης και των σωφρονιστικών καταστημάτων. Γιατί πώς αλλιώς εξηγείται το ότι ο έλεγχος αυτός, αν και ήδη σαδιστικός και επώδυνος, επιβαρυνόταν ανεμπόδιστα με τη νοσηρή φαντασία και συμπεριφορά των σωφρονιστικών υπαλλήλων; Το ότι υπό «άλλες συνθήκες» ο υπερβάλλων ζήλος τους υποχωρεί και οι θάνατοι από υπερβολική χρήση είναι μια πραγματικότητα ρουτίνας των φυλακών; Όταν περάσει το σοκ που προκαλούν οι σχετικές μαρτυρίες της Γκουλιώνη, γίνεται καταφανές ότι οι μέθοδοι αυτές εξυπηρετούν κάτι πέρα από την καταπολέμηση της διακίνησης στις φυλακές: τον ανταποδοτικό-εκδικητικό χαρακτήρα της απονομής δικαιοσύνης που απροκάλυπτα (με κυβερνητικά διατάγματα) δημιουργεί πίσω από τα αδιαπέραστα τείχη των φυλακών «παράλληλες» κοινωνίες που περιφρονούν ο, τι διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα ζώα.
Αυτή η δικαιοσύνη βλέπει το έγκλημα ως προϊόν ελεύθερης απόφασης του εγκληματία και όχι ως αποτέλεσμα κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων που οφείλονται κυρίως στην ιδιοτελή πολιτική των εκάστοτε εξουσιών που σκέφτονται μόνο το πορτοφόλι τους. Οι εξουσίες αυτές χρησιμοποιούν ως αποδιοπομπαίους τράγους τα ίδια τα θύματα της ασυνειδησίας και δρουν ανενόχλητες, αφήνοντάς μας να νομίζουμε ότι μας εξασφαλίζουν, τιμωρώντας με τη μέγιστη σκληρότητα όσους προσέβαλαν το κοινό καλό. Είναι τόσο πειστικές, ώστε οι περισσότεροι νιώθουμε το ίδιο εκδικητικά, και δεν αντιδρούμε στο ότι στα σωφρονιστικά καταστήματα του 21ου αι., οι κρατούμενοι δε στερούνται μόνο την ελευθερία τους «κατά τόπο και χρόνο», όπως ορίζει ο σωφρονιστικός κώδικας, αλλά και στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα (όπως π.χ. η ιατρική περίθαλψη). Ένας τέτοιος σωφρονισμός που ποδοπατεί και ξαναρίχνει καταρρακωμένους ή εξαγριωμένους ανθρώπους στην υπερ-ανταγωνιστική κοινωνία μας μάλλον παράγει και αυτός εγκληματικότητα, μέσα και έξω από τις φυλακές, στην οποία είμαστε εκτεθειμένοι όλοι.
Στα πλαίσια της εκδικητικότητάς του το κράτος τιμωρεί και προφυλακιζει τον Νίκο Κουνταρδά που αποτελεί πλέον συνήθη στόχο των κατασταλτικών μηχανισμών. Ο Κουνταρδάς έχει μπει στα κατάστιχα των εξουσιαστών μετά την επίθεση που σημειώθηκε σε ένα από τα γρανάζια του κράτους (ξυλοδαρμός του προέδρου της Γ.Σ.Ε.Ε Χρήστου Πολυζογόπουλου). Οι αρχές δημιουργούν αφορμές και σενάρια και τον προφυλακίζουν κατ’ επανάληψη και παράνομα. Ενώ ο Νίκος Κουνταρδάς παρουσιάστηκε κανονικά για να δώσει το προκαθορισμένο παρόν, οι αστυνομικοί επικαλέστηκαν την απουσία των δικαιολογητικών που έπρεπε να υπογραφούν και του αντέτειναν ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας και να ξαναπαρουσιαστεί την επόμενη προκαθορισμένη ημερομηνία. Την επόμενη φορά όμως τον προφυλάκισαν με αφορμή την προηγούμενη απουσία του και κρατείται μέχρι και σήμερα. Από τις 16/05 ο Νίκος Κουνταρδάς διαμαρτύρεται πραγματοποιώντας απεργία πείνας για τις συνθήκες προφυλάκισής του.
Σε εμάς τους υπόλοιπους, που δε συμμετέχουμε σε κάποιο πολιτικό και οικονομικό παιχνίδι πια ανάγκη επιβάλλει να περιορίζουμε το βλέμμα μας, να ναρκώνουμε τη μνήμη και τη συνείδησή μας και να δίνουμε το περιθώριο να συνεχίζονται νομότυπα τα εγκλήματα που μπορεί κάποτε να «σωφρονίσουν» και «δικούς» μας ανθρώπους ή εμάς τους ίδιους; Οι ανθρωπιστικές προφάσεις περί σωφρονισμού και εξυγίανσης της κοινωνίας είναι ένα καλό πρόσχημα για όλους μας ώστε να αρνούμαστε να κοιτάξουμε λίγο πιο βαθιά για την αλήθεια και να παραμένουμε έτσι στην ευφορία και τη «γαλήνη» μας. Ίσως, όμως, είναι προτιμότερο να αφήσουμε πίσω το παιχνίδι του στρουθοκάμηλου και να συνεργαστούμε όλοι σε κάτι πιο ουσιώδες. Καταρχάς ας μην τους κάνουμε την ευκολία να ξεχνούμε.